- βρογχιόλιο
- τομικρός βρογχικός κλάδος στη συνέχεια των βρόγχων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
βρόγχιο — το το βρογχιόλιο … Dictionary of Greek
βρόγχοι — Έτσι ονομάζονται στην ανατομία οι δύο αεραγωγοί που αρχίζουν από τον διχασμό της τραχείας και προχωρούν στο εσωτερικό των πνευμόνων. Διαιρούνται πρώτα σε χοντρούς κλάδους, έναν για κάθε πνευμονικό λοβό (λοβιακοί β., τρεις δεξιά και δύο αριστερά)… … Dictionary of Greek